παραγοντισμός

παραγοντισμός
ο
η επικράτηση στην πολιτική ζωή τών κομματικών παραγόντων και όχι τών ιδεολογικών αρχών, χαρακτηρισμός ενός προτύπου κοινωνικής συμπεριφοράς που καθορίζεται από άτομα τα οποία λόγω τής θέσης τους ή άλλων πλεονεκτημάτων διαδραματίζουν ανεπίσημο αλλά καθοριστικό ρόλο σε μια υπόθεση, προσπάθεια, κίνηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παράγοντας + -ισμός*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • παραγοντισμός — ο η χρησιμοποίηση παραγόντων της πολιτικής κτλ. ζωής για την επίτευξη προνομιακής μεταχείρισης· το να παίζει κανείς το ρόλο του παράγοντα. Ρ. παραγοντίζω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”